
Μετά από μια συνολική εκτίμηση όλων των διαθέσιμων δεδομένων, το σημερινό σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων αποδεικνύεται σαθρό και αδιέξοδο.
1.Αποτυγχάνει πλήρως να προετοιμάζει άτομα για το Πανεπιστήμιο
Είναι φανερό ότι το σύστημα συγκρίνει μόνο τη σχετική ικανότητα των υποψηφίων και όχι την πραγματική επίδοσή τους στο κάθε μάθημα, εφόσον υπάρχει κλειστός αριθμός εισαγομένων και έχει καταργηθεί η έννοια του βασικού μαθήματος (ή μαθημάτων) της κάθε δέσμης. Δηλαδή το σύστημα
θα επέτρεπε οριακά την εισαγωγή υποψηφίων που θα έπαιρναν και κάτω από τη βάση.
2.Αποδυναμώνει τον παιδευτικό και κοινωνικό ρόλο του σχολείου.
Η εισαγωγή στα Πανεπιστήμιο εξαρτάται από την απόφαση των γονιών για το ποιό φροντιστήριο θα διαλέξουν. Το σχολείο έχει πάψει να έχει την ευθύνη προετοιμασίας της νεολαίας για το Πανεπιστήμιο. ΄Εχει όμως ταυτόχρονα πάψει να έχει και παιδαγωγικό ρόλο, παιδευτική διαδικασία, που πρέπει να είναι αυτοσκοπός, ανεξάρτητη από την εισαγωγή στα ΑΕΙ. ΄Εχει πάψει να είναι το πεδίο της αγωνίας και των οραμάτων των δασκάλων. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι το Ελληνικό Σχολείο έχει σοβαρότατο και αξιόλογο ωρολόγιο Πρόγραμμα (Curriculum) που δεν έχει να ζηλέψει αυτά του εξωτερικού. Τους άπιστους αυτού του γεγονότος τους παραπέμπω στο ένθετο των Sunday Times της 29ης Αυγούστου 1993, όπου περιγράφεται ο νέος Οδηγός του Εθνικού Ωρολογίου Προγράμματος για την αναβάθμιση της Βρεττανικής Παιδείας. Οι άπιστοι και οι λασπολόγοι κατά του Ελληνικού Σχολείου (και Πανεπιστημίου), θα βρούν εκεί τις απαιτήσεις του Βρεττανικού συστήματος από τα παιδιά των 7 και 11 και των 14 χρόνων. Και θα συνειδητοποιήσουν με χαρά τους ότι τα δικά τους παιδιά, κατά μέσο όρο τουλάχιστον, διδάσκονται τουλάχιστον ίδιας ποιότητας και σίγουρα περισσότερης ποσότητας πράγματα. Και ίσως τότε συνειδητοποιήσουν τον αγώνα της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων Δασκάλων που κάτω από ταβάνια που στάζουν, δίπλα σε καλοριφέρ που δεν λειτουργούν και με μισθούς κυριολεκτικά πείνας, μετατρέπουν καθημερινά το επάγγελμά τους σε λειτούργημα. ΄Ομως ο απώτερος σκοπός του εκπαιδευτικού συστήματός μας, της απόκτησης δηλαδή πτυχίου ΑΕΙ, και η ανάγκη φροντιστηριακής μαθητείας, τοποθετεί την έμφαση στην ειδική γνώση και μάλιστα με μεθόδους παπαγαλίας και ασκησιολογίας, χωρίς να δίνει γενική μόρφωση και καλλιέργεια, στοιχεία απαραίτητα για τον πολίτη της σύγχρονης κοινωνίας. Μετατρέπει δε την εκπαιδευτική διαδικασία σε διαδικασίες διαρκών εξετάσεων, με αποτέλεσμα ο μαθητής και ο φοιτητής αντί να εκπαιδεύεται να μαθαίνει την τεχνική του να εξετάζεται. Η λογική του συστήματος εισαγωγής στα ΑΕΙ είναι αυτή της “τυποποίησης” αντί της “κρίσης” και γι’αυτό επιτυγχάνουν τα φροντιστήρια και υποβαθμίζεται ο ρόλος του σχολείου.
3. Δεν έχει πλέον ρόλο ύπαρξης. Το Πανεπιστήμιο είχε πάντα ως ένα εκ των προορισμών του την εξομάλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Παλιότερα και το φροντιστήριο έπαιζε ένα θετικό εξισωτικό ρόλο μεταξύ π.χ. των αποφοίτων του Κολλεγίου και ενός σχολείου μιας υποβαθμισμένης περιοχής. Με δεδομένη τη μαζική “ουσιαστική” ανεργία των πτυχιούχων αλλά και την ανάγκη για μαζική εκπαίδευση και πρόσβαση στην πληροφορία και τη γνώση, το “numerus clausus” έχει χάσει το νόημά του, και αποτυγχάνει να επιτελέσει ακόμα και το σκοπό για τον οποίο έχει καθιερωθεί. Η μόνη λοιπόν διέξοδος είναι η κατάργηση των εξετάσεων και η ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει φυσικά ριζικές αλλαγές της φιλοσοφίας στο συνολικό εκπαιδευτικό σύστημα, που πρέπει να δίνει μια αναβαθμισμένη σφαιρική εκπαίδευση στα έξη χρόνια της Μέσης Εκπαίδευσης, ενώ η εισαγωγή στα ΑΕΙ θα γίνεται μέσω ενός προπαρασκευαστικού έτους για τα ΑΕΙ, που θα εκπαιδεύουν τους υποψηφίους και θα τους κρίνουν σε διαρκή βάση, με συχνές εξετάσεις, κ.λ.π. ΄Ετσι και ο κυρίαρχος ρόλος του σχολείου θα αποκατασταθεί και τα ΑΕΙ θα επιλέγουν τους καταλληλότερους γι’ αυτά.
Τέλος, σε πέντε χρόνια, λόγω της υπογεννητικότητας και του αυξανόμενου αριθμού πανεπιστημίων, τα τελευταία θα διαθέτουν ούτως ή άλλως κενές θέσεις.
Βεβαίως υπάρχουν πολλές δυσκολίες εφαρμογής όπως π.χ. η υπάρχουσα τεχνική υποδομή. ΄Ομως η κοινωνία οφείλει να τις επιλύσει, αν συμφωνήσει στις παραπάνω διαπιστώσεις και αν συμφωνήσει να μορφώνει πραγματικά ανθρώπους, αντί να ψηφοθηρεί αυξάνοντας σταδιακά τις θέσεις των εισακτέων. Και αυτό δεν είναι σε τελική ανάλυση τόσο δύσκολο αν κατανοήσουμε τούτο το συγκλονιστικό γεγονός. ΄Οτι ενώ η πολιτεία διαθέτει 400 δις για την εκπαίδευση οι γονείς πληρώνουν…420 δις για την προετοιμασία των 100000 υποψηφίων για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Η μόνη λοιπόν πραγματική δυσκολία είναι το αρχέτυπο του φόβου προς το άγνωστο. Δεν είναι όμως κρίμα να καταπιέζονται οι νέοι και οι γονείς τους από ένα μύθο; Δεν είναι μεγαλύτερο κρίμα να πικραίνονται οι νέοι και να θεωρούν τους εαυτούς τους αποτυχημένους στη ζωή επειδή, λέει, πήραν ένα μόριο λιγότερο από τον τελευταίο εισαγόμενο;
* Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε το 1995 στον τύπο της εποχής.
ΑΠΟ


Δημοσίευση Σχολίου