Μαρίνα-Σελήνη Κατσαΐτη : Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ένα .... η Διαφθορά !

 

Της Μαρίνας-Σελήνης Κατσαΐτη*

Την περίοδο 2010-2015, όσοι ζούσαμε στο εξωτερικό, απολαμβάναμε μια ιδιαίτερα ρατσιστική συμπεριφορά προερχόμενη από κατοίκους άλλων χωρών.

Η χειρότερη συμπεριφορά ήταν από Ευρωπαίους της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, και πρωτίστως Γερμανούς. Η είσοδος της Ελλάδας στα μνημόνια το 2010 αλλά και η εκτροπή αυτής της πορείας με το 2ο (2012) αλλά και το 3ο μνημόνιο το 2015 σε συνδυασμό με την παρωδία του όχι (ΝΑΙ) κατέστησε για μια ακόμη φορά σαφές, τόσο στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό, ότι από τη μία δεν αποτελούμε μια σοβαρή χώρα και από την άλλη δεν είμαστε άξιοι να εκπροσωπηθούμε από σοβαρούς πολιτικούς. 

Εκείνη την περίοδο, το να ζεις και να ταξιδεύεις στο εξωτερικό ήταν πραγματικά μεγάλο βάσανο. Διότι όπου κι αν βρισκόσουν, π.χ. διακοπές, εκπαιδευτικά ταξίδια, διεθνή επιστημονικά συνέδρια κτλ., η πρώτη ερώτηση ήταν «Από πού είστε;» και η δεύτερη «Τί δουλειά κάνετε;». Οπότε όταν τολμούσες να ξεστομίσεις ότι είσαι Έλληνας Καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο…ο συνομιλητής σου στην καλύτερη περίπτωση μειδίαζε και γελούσε σιωπηρά και στην χειρότερη σου έλεγε ευθαρσώς «Εσείς λοιπόν θα μάθετε και τα παιδιά των υπόλοιπων χωρών οικονομικά;». 

Γενικά, σε όλες αυτές τις συζητήσεις τα πράγματα ήταν από δύσκολα έως «σκούρα». Και έπρεπε να έχει κανείς πολύ χιούμορ για να μπορέσει να εφεύρει κάποια απάντηση ώστε να μην τον καταπιεί η γη. Και από την άλλη απαιτούνταν εξαιρετικές ποσότητες ψυχραιμίας, ώστε να μην θίγεσαι και να μην αντιδράς στο κάθε σχόλιο. 

Όταν όμως κατάφερνε κανείς να ξεπεράσει την πρώτη ψυχρολουσία, με χιούμορ (πάντα) και μπόλικη ψυχραιμία, και όταν ο συνομιλητής αντιλαμβανόταν ότι ούτε επρόκειτο να προσβληθείς, αλλά ούτε και να αντεπιτεθείς, τότε σου έκανε την ερώτηση του ενός εκατομμυρίου δολαρίων «Ποιο είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα; Τί θα μπορούσατε να κάνετε για να βγείτε από αυτή την κατάσταση;». Και τότε εγώ απαντούσα: «Ένα είναι κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα. Η διαφθορά».

Και τότε και τώρα πιστεύω ότι το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ένα. Η διαφθορά. Και κανείς μα κανείς δεν μπορεί να με πείσει για το αντίθετο. Σε μία χώρα που όλα έχουν τιμή, χωρίς απαραίτητα να έχουν αξία, και που κάθε τι μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συναλλαγής, πώς μπορεί να έρθει κάποια αλλαγή προς το καλύτερο; Σε μια χώρα στην οποία το να κλέψω εγώ την εφορία είναι οκ, αλλά να κλέψει το κράτος εμένα δεν είναι, πώς μπορούμε να περιμένουμε πρόοδο. Σε κανέναν δήθεν δεν αρέσει η διαφθορά. Όλοι θέλουμε διαφανείς διαδικασίες και αξιοκρατία. Αρκεί όλα τα παραπάνω να μην έρχονται σε σύγκρουση με το διορισμό του γιου μας, της κόρης μας, του αδελφού μας και την αναπηρική σύνταξη του μη ανάπηρου πατέρα μας. 

Και φυσικά, πάνω σε όλο αυτό το αξιακό μπάχαλο στήνεται καλόβολα το πολιτικό σύστημα, το οποίο ζει και βασιλεύει ακριβώς επειδή υπάρχουν τα ρουσφέτια, η διαφθορά και οι πελατειακές σχέσεις ανάμεσα σε πολιτικούς (ή ενίοτε πολιτικάντιδες) και πολίτες. Και αυτό ισχύει για όλους συλλήβδην. 

Το ερώτημα είναι ένα: περιμένει κανείς από ένα πολιτικό σύστημα ή από ένα κόμμα που βρίσκεται στην κυβέρνηση να πατάξει την διαφθορά; Για πόσο πια θα κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας; Είναι σαν να ζητάμε από τον ασθενή να αποσυνδέσει μόνος του το οξυγόνο που τον κρατάει στη ζωή. 

Ο οργανισμός Transparency International (μετάφραση στα Ελληνικά Διεθνής Διαφάνεια) συγκεντρώνει επί σειρά ετών στατιστικά στοιχεία αναφορικά με τα επίπεδα διαφθοράς σε ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό χωρών παγκοσμίως. Οι δείκτες διαφθοράς που υπολογίζονται από την Transparency International βασίζονται σε ερωτηματολόγια που συμπληρώνουν πολίτες των χωρών και στα οποία αποτυπώνονται οι αντιλήψεις τους αλλά και οι εμπειρίες τους σχετικά το επίπεδο της διαφθοράς στη χώρα τους. 

Ο δείκτης CPI (Corruption Perceptions Index, μετ. Δείκτης Αντιλήψεων για την Διαφθορά), παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1995 και διέθετε στοιχεία για μόλις 41 χώρες. Ο CPI παίρνει τιμές από το 0 μέχρι το 10, με το 10 να συμβολίζει την παντελή απουσία διαφθοράς σε μία χώρα και το 0 να συμβολίζει την τέλεια διαφθορά. Το 1995 η Ελλάδα κατείχε την 30 θέση στην κατάταξη με σκορ 4.04/10. 

Με την αύξηση των χωρών που συμπεριλαμβάνονται στον CPI σε 90, η χώρα μας το 2000 κατέκτησε την 35η θέση με σκορ 4.9/10 επιδεικνύοντας πρόοδο σε απόλυτα μεγέθη. Η πτωτική αυτή τάση στην κατάταξη δικαιολογείται από την είσοδο νέων χωρών στο δείκτη. Το 2010 η Transparency International αύξησε των αριθμό των χωρών του CPI σε 159, και πλέον η χώρα μας λάμβανε την 47η θέση με σκορ 4.3 και πτώση τόσο σε απόλυτα όσο και σχετικά μεγέθη. Σε αυτή τη χρονική στιγμή οι χώρες που βρίσκονταν πιο ψηλά από την Ελλάδα στην κατάταξη ήταν κυρίως οι χώρες του ΟΟΣΑ.

Το 2015, με συμμετοχή 167 χωρών στον δείκτη, η Ελλάδα λάμβανε πλέον την 58η θέση, ενώ ενδεικτικά αναφέρουμε ότι βρισκόταν δυο θέσεις πιο χαμηλά από την Γκάνα και την Κούβα, και 10 θέσεις κάτω από την Γεωργία. Σε σύνολο πλέον 180 χωρών, το 2024 η Ελλάδα βρίσκεται στην 59η θέση. 

Το 1995 στην πρώτη δεκάδα, με τα χαμηλότερα επίπεδα διαφθοράς, βρισκόντουσαν οι: Νέα Ζηλανδία, Δανία, Σιγκαπούρη, Φινλανδία, Καναδάς, Σουηδία, Αυστραλία, Ελβετία, Ολλανδία και Νορβηγία, ενώ το 2024 εννιά από τις δέκα αυτές χώρες παραμένουν στην πρώτη δεκάδα. Ταυτόχρονα, πολλές από τις χώρες της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, και η Αυστρία παραμένουν ψηλά στην κατάταξη, με σχετικά χαμηλότερα επίπεδα διαφθοράς και χωρίς ιδιαίτερες απώλειες στην κατάταξη με την πάροδο των δεκαετιών. 

Οι χώρες που ανέφερα, όπως και κάποιες άλλες, παρουσιάζουν πρόοδο στην διάρκεια των ετών σε πολλούς δείκτες που αφορούν την παιδεία, την υγεία, τις υποδομές, τις μεταφορές, το κράτος δικαίου και πολλά άλλα. Ωστόσο, τα όποια οικοδομήματα που έχουν οι χώρες αυτές να επιδείξουν ως μέρος της προόδου τους, δεν στηρίζονται ούτε στην άμμο, ούτε σε σαθρά θεμέλια, ούτε σε βάλτους.

Ο δείκτης της διαφθοράς αναμφισβήτητα κατατάσσει την Ελλάδα ανάμεσα στις αναπτυσσόμενες και όχι τις αναπτυγμένες χώρες, δυστυχώς. Αυτό είναι ένα επίτευγμα του πολιτικού συστήματος αλλά και απόρροια της βαθιά πελατειακής σχέσης ανάμεσα σε πολίτες και πολιτικούς. Για το λόγο αυτό, αντί να εξετάζουμε πως θα μπορούσε να αναβαθμιστεί το σιδηροδρομικό δίκτυο με περισσότερες επενδύσεις και η παιδεία με κονδύλια από το αρμόδιο Υπουργείο, θα πρέπει πρώτα να δούμε «πού πάνε τα λεφτά». Διότι αν τα λεφτά χάνονται σε «μαύρες τρύπες» από τη μία και κανείς ποτέ δεν λογοδοτεί για αυτό από την άλλη (πέραν των από καιρούν εις καιρόν αποδιοπομπαίων τράγων), τότε η αύξηση αυτών των «επενδύσεων» ποτέ δεν πρόκειται να έχει αντίκρισμα στην καθημερινότητα του πολίτη. Αν δεν είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεπτόμαστε και λειτουργούμε, τότε θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως ούτε τα πράγματα θα αλλάξουν. Τα πράγματα αλλάζουν, όταν αλλάζουμε εμείς.

*Η Μαρίνα-Σελήνη Κατσαΐτη είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Οικονομικής Ανάλυσης, Πρόεδρος στο Τμήμα Περιφερειακής και Οικονομικής Ανάπτυξης Άμφισσας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 fokidanews.gr


ΕΠΟΜΕΝΟ
« Prev Post
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ
Next Post »

Δημοσίευση Σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 7 ημερών