
Νίκου Μαρκάτου, Ομότιμου Καθηγητή ΕΜΠ, π.Πρύτανη
Ανάμεσα στις πολλές πτυχές της σημερινής πραγματικότητας που έχουν συλλάβει τη φαντασία των αναλυτών, των πολιτικών ηγεσιών και φυσικά των γραφειοκρατών, είναι η επονομαζόμενη οικονομική παγκοσμιοποίηση. Αφήνοντας κατά μέρος την απλά χυδαία αυτή έκφραση, όπως φυσικά αυτή χρησιμοποιείται για να εκφράσει τις ματαιόδοξες, αντιαισθητικές και συνεπώς ανήθικες επιλογές,
ενός αδίστακτου κερδώου Ερμή, δεν μπορώ να αμφισβητήσω ότι είναι ένα κρίσιμο θέμα.
Αυτή η νομαδοποίηση των καπιταλιστικών οικονομιών έχει δύο σκέλη : τεχνικο-οικονομικό και πολιτικό. Οι τεχνικο-οικονομικές ρίζες της κινητικότητας είναι τα χαμηλότερα κόστη για τα μεταφερόμενα προϊόντα και υπηρεσίες, και τις μεταφερόμενες ψηφιακές πληροφορίες. Η πολιτική διάσταση βασίζεται στη λαθεμένη πεποίθηση ότι η απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου μπορεί να κινητοποιήσει την οικονομική ανάπτυξη σε όλες τις περιοχές του κόσμου.
Παρά το γεγονός ότι η οικονομική ανάπτυξη και η ελάττωση των κοινωνικών ανισοτήτων δεν είναι αναγκαστικά παράλληλες, δεν κινητοποιούν δηλαδή αυτόματα η μία την άλλη, οι παραπάνω θεωρήσεις της παγκοσμιοποίησης δημιουργούν ένα νέο, κατά την γνώμη μου δυναμικά επικίνδυνο για τον άνθρωπο και τη φύση, πολιτισμό, που χρειάζεται ανάλυση και ίσως την υιοθέτηση ενός νέου Λόγου.
Αποτέλεσμα αυτών των διαδικασιών, με κυρίαρχους μοχλούς την πλύση εγκεφάλου προς τις ταπεινές περιοχές του εγώ μας, μέσα από ένα μεγαμηχανισμό βομβαρδισμού με οπτικοακουστικό πληροφοριακό υλικό, είναι μια παγκοσμιοποιημένη πολιτισμική κρίση με πολλαπλές εκφράσεις, κρίση του περιβάλλοντος, κρίση οικονομική, κρίση πολιτική, κρίση ειρήνης, κρίση απουσίας ουσιαστικού Λόγου και κρίση περί της κρίσης.
Θα συνεχίσω θέτοντας στον εαυτό μου μερικά ερωτήματα που θα προσπαθήσω να απαντήσω:
- Ποιά είναι η σχέση πολιτισμού και οικονομίας ;
Είναι μια διαλεκτική σχέση όπου στον πολιτισμό, που έχουμε συνηθίσει να ορίζουμε ως την εξέλιξη των γραμμάτων, των τεχνών και του ανθρωπισμού, υπάρχουν έντονα τα σημάδια της οικονομικής ανάπτυξης. Και αντίστροφα, οι οικονομικές σχέσεις εξελίσσονται από την εξέλιξη του πολιτισμού.
Παραδείγματα πολλά και γνωστά από την ιστορία
- Η διεθνής τάση της ανάπτυξης των παραγωγικών σχέσεων είναι σήμερα αυτή της "παγκοσμιοποίησης". Δηλαδή της άρσης των συνόρων στην οικονομική δραστηριότητα. Πώς μπορεί αυτή η άρση να επηρεάσει την ανάπτυξη του πολιτισμού;
1) Επηρεάζοντας, ακριβέστερα επαναπροσδιορίζοντας, τον διεθνή καταμερισμό εργασίας
2) Ενθαρρύνοντας τη μεγαλύτερη διάχυση πολιτισμικών χαρακτηριστικών, διάχυση που ούτως ή άλλως μεγαλώνει με την ανάπτυξη της τεχνολογίας. (ανέκαθεν μέσω του εμπορίου οι λαοί επικοινωνούσαν και πολιτισμικά)
- Σε ποια εμπόδια προσκρούει η παγκοσμιοποίηση;
1) Στον πολιτισμό κάθε χώρας ("νοοτροπία") ο οποίος καθόριζε μέχρι σήμερα και το με ποιους συναλλάσσεται. Ας δούμε την πυκνότητα οικονομικών συναλλαγών μεταξύ χωρών συναφούς κουλτούρας.
2) Στη γλώσσα, συνυφασμένη και με την κουλτούρα
3) Στην αδυναμία του παγκόσμιου "νότου"
- Τι προϋποθέσεις πρέπει να ισχύσουν για την καλύτερη εφαρμογή της παγκοσμιοποίησης;
1) Αμβλυνση της ισχυρής τοπικής πολιτισμικής συνεκτικότητας
2) Διαμόρφωση "κοινής συνείδησης καταγωγής" (ΕΕ) για την οποία σε πολλές περιπτώσεις απαιτείται και άμβλυνση της ιστορικής αλήθειας
3) Υποστήριξη του "νότου" για να μπορεί να καταναλώνει
- Ποιοι κίνδυνοι λοιπόν ελλοχεύουν;
1) Η ανάδειξη των οικονομικών οργανισμών σε ισχυρότερους από κράτη φορείς
2) Το χάσιμο τη εθνικής ταυτότητας, τελικά η εξαφάνιση μικρών εθνοτήτων
3) Η απώλεια ιστορικής γνώσης ή/και ιστορικής «αλήθειας»
4) Η κατάργηση των γλωσσικών συνόρων, με οικονομικά και όχι πολιτισμικά κριτήρια
5) Η συνεργασία με βάση την αρχή της ετερονομίας
Τίθενται λοιπόν τα κρίσιμα ερωτήματα που ζητούν απάντηση.
- Τα θέλουμε τα παραπάνω θυσία στο βωμό της οικονομικής ανάπτυξης;
- Θα σημαίνει κάτι η τέτοιου είδους και με τέτοιες θυσίες ανάπτυξη για την ανάπτυξη του Ατόμου και την Κοινωνίας;
Η επιστήμη και η τεχνολογία αποτελούσαν σε κάθε εποχή δύναμη και μοχλό εξέλιξης και σήμερα αποτελούν κύριο μοχλό της παγκοσμιοποίησης.
Οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων ετών μας έχουν τουλάχιστον εντυπωσιάσει. Συχνά παρασυρόμαστε σε παρουσιάσεις και αναλύσεις νέων τεχνολογιών, εστιάζοντας την προσοχή μας στο δέντρο και ξεχνώντας το δάσος. ‘Αλλοτε επιδιδόμαστε σε συστηματική άρνηση, μπροστά στο δέος που νοιώθουμε για το μέλλον των πραγμάτων, όπως το αντιλαμβανόμαστε. ‘Ολοι πάντως συμφωνούμε ότι υπάρχουν δύο συνιστώσες : η τεχνολογία και η χρήση της. Η δεύτερη συχνά έρχεται σε σύγκρουση με τις κοινωνικές δυνάμεις. Το κυνήγι της “πρώτης παρουσίασης” ή της “συγκριτικής δοκιμής” προϊόντων έχει αναδειχθεί σε σημαντικότερη δραστηριότητα από την αξιολόγηση της χρήσης αυτών των προϊόντων και την ένταξή τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Όμως ο σύγχρονος Homo Computans, έχοντας πιά για μέτρο στη δράση του τη γνώση που του παρέχει η τεχνο-επιστήμη, όχι μόνο όταν δρά υπό το κράτος της ανάγκης, αλλά και όταν αναλογίζεται αυτό που κάνει, δεν παίρνει τοις μετρητοίς όσα κατάφερε να σκεφτεί η ενεργός συνείδηση στην προσπάθειά της να αποκρυπτογραφήσει την κατάστασή του μέσα στον σύγχρονο ιστορικό-κοινωνικό κόσμο. Εμφανίζεται έτσι να κάνει αυτό ακριβώς που ξέρει ότι θα έπρεπε να αποφύγει, άν στα σχέδιά του δεν είναι η καταστροφή του, ζώντας σε μια κοινωνία διπλών μηνυμάτων που τον ειδοποιεί για τις καταστροφικές συνέπειες της δράσης του, ενώ κάνει τα πάντα για να τον παρασύρει σε αυτή.
Πρέπει λοιπόν να καταλάβουμε το γεγονός, ότι η τεχνο-επιστήμη της εποχή μας επικαθορίζεται από την παγκοσμιοποιημένη παραγωγή που ελέγχει όχι μόνο τα κέντρα πολιτικών αποφάσεων αλλά και τα κέντρα επιστημονικής έρευνας.
Η οικονομική θεώρηση, που έχει τυποποιήσει τον οικονομικό ορθολογισμό σαν την προεξάρχουσα γλώσσα της δημόσιας πολιτικής-έτσι ώστε κάθε σοβαρό πολιτιστικό αντικείμενο εκτός της “αποτελεσματικότητας” να ανάγεται σε μια οικονομική εξωτερικότητα, αποσοτικοποιημένο και παραμελημένο εκτός του πλαισίου της πολιτικής-είναι πολύ υπεύθυνη για τον προβληματισμό της σύγχρονης Κοινωνίας. Ο οικονομικός όμως ορθολογισμός μας θυμίζει τη μαθηματική αντίθεση μεταξύ ορθολογισμού και ρεαλισμού. Θα δώσω ένα παράδειγμα : Ο ορθολογισμός υποστηρίζει ότι, κατά κάποιο τρόπο, το Πανεπιστήμιο μπορεί να μετατραπεί σε ανταγωνιστική και κερδοφόρα επιχείρηση, βασισμένη σε μετρήσιμες εισροές και εκροές και με κυρώσεις χρεωκοπίας για την εταιρεία και το διαχειριστή, χωρίς να παραβιαστεί ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του.
Αυτό φυσικά δεν μπορεί να εφαρμοσθεί και έτσι θα συμβεί κάτι από τα ακόλουθα: Να ξεχάσουμε το επιχειρηματικό-πανεπιστημιακό μοντέλο γιατί δεν ταιριάζει στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, ή να εξαναγκάσουμε την πραγματικότητα να αλλάξει για να ταιριάζει στο επιχειρηματικό μοντέλο, κάτι δηλαδή ανάλογο με την πολιτική πολλών σύγχρονων πολυεθνικών επιχειρήσεων που αλλάζουν συχνά πολλές γραμμές των προϊόντων τους. Ή, τέλος, που είναι και το πιθανότερο, το νεο παγκόσμιο πανεπιστήμιο να προκύψει υπό μορφή υβριδικού συνδυασμού πανεπιστημίου και επιχείρησης, όπου οι εικόνες του πρωταθλητισμού στις βαθμολογίες αξιολόγησης θα πωλούνται ευκολότερα από την ακαδημαϊκή ουσία, η μάθηση θα καθοδηγείται από πιστοποιητικά και πιστωτικές μονάδες, η σοφία θα είναι διανοητική περιουσία και η αρετή θα συναρτάται με το χρήμα.
Είναι αυτή η διαδικασία τυποποίησης που, υποστηριζόμενη από δομές της εξουσίας, οδηγεί ως αποτέλεσμα στον «πολιτισμό» της Αγοράς. Και εκεί έγκειται το πρόβλημα. Δεν είναι δηλαδή πρόβλημα η κυβερνητική παρέμβαση αφ’ εαυτής ούτε οι διεθνείς σχέσεις που όλοι άλλωστε τις υποστηρίζουμε. Είναι ο τυποποιημένος χαρακτήρας της παγκοσμιοποίησης, η αύξουσα τάση για πολιτισμική ομοιογένεια, που κινείται από την εξουσία και παίρνει τα πρότυπά της από τις αγορές και τις αξίες τους.
Τα ιδανικά της ισότητας (που έχει ως κοινωνική αντανάκλαση την ποικιλία) και της ελεύθερης και όχι προς πώληση δημιουργικότητας (πνευματική ποικιλία) σπρώχνονται στο περιθώριο. Η αναγκαία, κατά τη γνώμη μου, ατέλειωτη ποικιλία εξαρτάται από την ανταλλαγή της γνώσης σε ένα κοινό δημόσιο χώρο, και όχι από μια σειρά συμβολαιογραφικών ιδιωτικών συνεννοήσεων όπου η μη συμμόρφωση συνεπάγεται υπερβολικά μεγάλο ρίσκο. Αλλά ενώ κάθε τελευταίος δύστροπος θύλακας διαφορετικότητας μπαίνει στην γραμμή και συμμορφώνεται, οι πιέσεις αυξάνουν για τυποποίηση.
Μια κοινωνία και ειδικότερα μια επιστήμη, ρυθμισμένη να υπηρετεί τη βλέψη της για κυριαρχία και έλεγχο, κατά πόσο μπορεί να είναι ελεύθερη ; Απλά δεν μπορεί. Διότι η κυριαρχία προϋποθέτει γενίκευση, απάλειψη της πολλαπλότητας, ισοπέδωση της διαφοράς. Προϋποθέτει δηλαδή όλους εκείνους τους όρους που καθιστούν δυνατό τον ανταγωνισμό της θετικιστικής επιστήμης αλλά ευνοούν την καταστολή της ελευθερίας του επιστήμονα.
Στο δίλημμα του σύγχρονου ανθρώπου ανάμεσα στην χωρίς μεγιστοποίηση του κέρδους ελευθερία και στην ευημερούσα χειραγώγηση, ο τελευταίος δεν φαίνεται να έχει επιλέξει τίποτα. Επιμένει να διεκδικεί την μη χειραγώγηση και την ευημερία. Μέσα σε αυτήν την αδράνεια της νοηματοδότησης, η ελευθερία ορίζεται απλώς και μόνο ως αντίθετο της καταστολής.
Για να διατηρηθεί ο πολιτισμός θα ήταν λογικότερο να συνδέσουμε την ελευθερία με διαδικασίες υπέρβασης του ισχύοντος. Τέτοιες διαδικασίες υπέρβασης όχι μόνο στο πεδίο της επιστήμης, αλλά παντού όπου συντελούνται, τροφοδοτούνται από τη φαντασία. Σε αυτή άλλωστε κεντρώνει την προσοχή του και ο Καστοριάδης. Στην φαντασία ωστόσο, δεν βρίσκουμε τη φρόνηση όσο την τόλμη. Αυτό είναι κοινός τόπς στην τέχνη που πρέπει να επαναφέρουμε στο προσκήνιο.
Τι μπορούμε να κάνουμε λοιπόν ;
Πρέπει να οραματισθούμε ένα νέο πολιτισμικό σχέδιο στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, στο οποίο πρέπει :
Α) να είναι νομιμοποιημένη η γνώση,
Β) να είναι νομιμοποιημένος ο νομοθέτης του σχεδίου
Γ) να είναι καθολικό που σέβεται την αυτονομία, με στρατηγικούς στόχους την οικονομική βιωσιμότητα, την οικολογική πρόνοια, την κοινωνική χρησιμότητα, το σεβασμό στην πολιτισμική ιδιαιτερότητα.
Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο :
1. Η επιστήμη - τεχνολογία χαρακτηρίζονται όχι από συσσώρευση γνώσης αλλά αναγνώρισης της γνώσης και υπέρβαση.
2. Η κοινωνία επιβάλλεται ως κέντρο αναφοράς και νομιμοποιεί τους εκφραστές της.
3. Η πολιτική επαναφέρει στο προσκήνιο την επιλογή.
4. Η παγκοσμιοποίηση ασχολείται με την καθολική ανάπτυξη, σεβόμενη την αυτονομία. Τα κράτη οργανώνονται, συνεργάζονται, ανταγωνίζονται με βάση την αρχή της αυτονομίας / εξάρτησης και όχι της ετερονομίας, ενώνοντας τις «διαφορετικότητες».
Και η επίσημη άποψη «οι νέοι εκφράζονται έτσι γιατί δεν έχουν ιδανικά»! Για ποιά ιδανικά μιλάνε άραγε; Τα κίβδηλα πρότυπα που αγοράζονται φτηνά στα περίπτερα; Μα η νεολαία αναζητεί υψηλότερους στόχους και όνειρα που συνοψίζονται στις λέξεις αλήθεια, εντιμότητα, δημιουργικότητα, κοινωνική προσφορά. Ίδιους με τους παλιούς δικούς μας, αλλά από εμάς ποιός άραγε τους έχει διατηρήσει; Η γλώσσα των πολιτικών ξύλινη. Της εξουσίας μονόλογος. Των πνευματικών ανθρώπων χάρτινη. Το χαρτί είναι πολτοποιημένο ξύλο. Η ίδια δηλαδή ύλη, μόνο πιο εύχρηστη για το κοινό.
Η νεολαία δημιουργεί μια αντι-γλώσσα γιατί απορρίπτει την εξουσία και τα κατά συνθήκη ψεύδη. Βομβαρδίζεται από δεκάδες γλώσσες, δεκάδες κώδικες επικοινωνίας από τα περιοδικά, τις εφημερίδες, το σχολείο, τους γονείς, την εκκλησία.....Το modem του υπολογιστή μπλοκάρει, χρειάζεται άλλος, πιο συμβατός κώδικας. Δυστυχώς αυτός είναι μόνο η απλή αλήθεια, που οι νέοι την καταλαβαί9νουν αμέσως όταν δίνεται και όταν κρύβεται. Η κάθε γλώσσα, η κάθε εξουσία δικαιούται να είναι σεβαστή όταν αντικατοπτρίζει έργο και όχι κενά «ιδανικά». Η νεολαία, ασυνείδητα ίσως, το ξέρει αυτό και θα ήμουν επίορκος αν προσπαθούσα να την πείσω για το αντίθετο. Χρειάζεται να υπάρξει και κορμός, γιατί έχουμε πνιγεί στα κλαδιά που δεν φτιάχνουν παρά θάμνους, ορατούς μόνο από το διπλανό τους.
Η γλώσσα είναι ο αγγελιοφόρος της εξουσίας. Έτσι, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ιερείς και ηγέτες κράταγαν ερμητικά κλειστούς τους παπύρους, μακρυά από το λαό για να μη μυηθεί στην ανάγνωση και τη γραφή. Στα χρόνια μας η χρήση της επιβάλλεται με
«Παβλοφικά» πειράματα και στόχο όχι την ελεύθερη έκφραση αλλά την ενστικτώδη απόκριση. Με όσο πιο χαμηλό επίπεδο, από τα πολλά που έχει ο καθένας μας, απαντά κανείς τόσο πιο ελέγξιμη η αντίδραση, γιατί είναι απλά απόρροια των εξαρτημένων αντανακλαστικών. Η εξουσία μισεί την ψύχραιμη και έλλογη απάντηση.
Ο τρόπος μάθησης δεν οδηγεί τον μαθητή στο να σκέπτεται, άρα δεν μπορεί και να εκφράζεται. Όσοι άνθρωποι, τόσες και οι γλώσσες, τόσοι δηλαδή και οι κώδικες επικοινωνίας. Για να τους χρησιμοποιήσουμε όμως πρέπει να μάθουμε να σκεφτόμαστε.
Τα νέα πρότυπα πιστεύω και ελπίζω ότι θα δημιουργηθούν μέσα στο γενικότερο περίγραμμα ιδεών που ανέκαθεν αποτελούσαν πρόπλασμα μιας ουμανιστικής ιδεολογίας και πολιτικής: η κοινωνική αλληλεγγύη, η πολιτική ως συμπύκνωση κοινωνικών πρακτικών και όχι ως τέχνη της διαχείρισης, ξενοπρόφερτα μάνατζμεντ, η ιδεολογία της συλλογικότητας αντί των οραμάτων του ατομικισμού, η πίστη σε έναν καλύτερο κόσμο, όπου θα πρυτανεύουν οι ανάγκες και οι αξίες χρήσης και όχι οι νόμοι της αγοράς και του ανελέητου ανταγωνισμού.
Επί του παρόντος οι νέοι συνθλίβονται μέσα στην οικονομική δυσπραγία, την ανεργία, την απαιτητική οικογένεια και κοινωνία που ολοένα απαιτούν αλλά δεν ακούν και δεν νοιώθουν. Ας μην εκπλήσσονται λοιπόν όταν σπέρνοντας προβλήματα θερίζουν θύελλες.
Εγώ απλά ζητώ συγγνώμη από τα παιδιά που βρέθηκαν σ’ αυτόν τον άθλια ανταγωνιστικό, αφόρητα ανορθολογικό, θλιβερά υποκριτικό, μολυσμένο κόσμο μας.
Η ουσία, το πρότυπο της εξέλιξης, είναι το πετροβόλημα του τείχους της σιωπής, του βολέματος, της κοινωνικής αλληλοκάλυψης προσωπικών συμφερόντων, της ανυποληψίας, της αυθαιρεσίας, του αυταρχισμού, μαζί με την αμφισβήτηση κάθε αυτοανακηρυγμένης αυθεντίας.
Αναλογιστείτε
Ποιοί δημιούργησαν την γενιά των 700 Ευρώ; Φύτρωσε η γενιά αυτή; Πόσοι από τους αναλυτές που γυρνάνε στα παράθυρα και δίνουν το λόγο όπου και όπως θέλουν, παίρνουν 10 εως 50 φορές περισσότερα το μήνα; Πόσοι από τους αγανακτισμένους επαγγελματίες που τους καίνε τις περιουσίες, είναι εργοδότες της γενιάς αυτής;
Πως διαφοροποιούνται τα κόμματα εξουσίας; Από τα οράματα; Τις ιδεολογίες; Την πραγματιστική αντίληψη για τον κόσμο; Ή μήπως από τον εγωιστικό «ρεαλισμό» και τον αδιάκριτο συμφεροντολογικό ωφελιμισμό μετά υποκριτικών επιφάσεων περί του «κοινού καλούς»;
Μήπως κάποιοι από εμάς, την υποτιθέμενη πνευματική ηγεσία συνδράμαμε ενεργητικά ή και παθητικά στην αναξιοκρατία και στην αναξιοπιστία των ποικιλώνυμων ηγεσιών μας, λέγοντας ναι στα πάντα για να είμαστε αρεστοί; Διότι καλή η Δημοκρατία και η Ελεύθερη άποψη ΕΚΤΟΣ αν οδηγεί στο βιασμό του άλλου. Και ο βιασμένος οφείλει να αντιδράσει, και ΕΝΤΟΣ της Δημοκρατίας.
Δεν είναι εύκολο να προτείνουμε ένα πλαίσιο για τις ηθικές αρχές και τα οράματα των επόμενων γενεών. Άλλωστε δεν είναι δουλειά μας αλλά δική τους. Θα ήθελα να τους πω όμως ότι η σημερινή ηθική κατάπτωση ήταν το λογικό επακόλουθο του τρόπου που οργανώθηκε η κοινωνία τα χρόνια της μεταπολίτευσης και των ποικίλων ευτελών μηνυμάτων που με τη βοήθεια των ΜΜΕ, ενστερνίστηκε μεγάλο κομμάτι του λαού. Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στις διαστρεβλωμένες οικονομικές δομές, στη μη απονομή δικαιοσύνης, την ασέβεια προς το περιβάλλον και την πλήρη έλλειψη αξιοκρατίας. Αλλά ποιές αξίες να επιβιώσουν σε μια κοινωνία, όταν χάνεται κάθε μέτρο, όταν διαφημίζεται ο άκρατος καταναλωτισμός ως ο μοναδικός σκοπός ζωής, όταν επικρατεί η άποψη του μέγιστου πλουτισμού με την ελάχιστη δυνατή εργασία;
Είμαστε λοιπόν μια κοινωνία παρακμής στα πρόθυρα της αυτοκαταστροφής της; Όχι βέβαια! Ως μέλος της κοινωνίας, ως δάσκαλος που συναντά και συναναστρέφεται τους νέους μας πιστεύω, με αποδείξεις, ότι έχουμε ένα εξαιρετικό υλικό με τεράστιο απόθεμα δύναμης για δημιουργία, που απλά η κακή οργάνωση της πολιτείας δεν το ενθαρρύνει να δείξει τον καλό του εαυτό.
Αυτή όμως η όψη της Ελλάδας δεν προβάλλεται, δεν πουλάει, δεν αναδεικνύεται ως πρότυπο προς μίμηση. Στην πραγματικότητα προτιμούμε να κάνουμε σήριαλ ένα έγκλημα. Αφήνονται κατά μέρος και αγνοούνται οι επιτυχίες των παιδιών μας στα γράμματα και την τέχνη. Ο αθλητισμός είναι πάρεργο αν δεν μπορεί να γεμίσει το γήπεδο. Φαίνεται ότι με μια μαζοχιστική τάση επιζητούμε να βλέπουμε το κακό ώστε συγκρίνοντας με τη δικιά μας κατάσταση να καταλήγουμε στο «τι καλά, που δεν είμαστε τόσο άσχημα». Είναι όμως αντίθετη η εικόνα της Ελλάδας του μόχθου και της δημιουργίας. Το βλέπεις στην Ευρώπη και στην Αμερική, εκεί όπου οι απόφοιτοί μας διαπρέπουν, πετυχαίνουν τις ανώτερες διακρίσεις, δοξάζουν τη χώρα μας.
Μια τέτοια επιθετική συσπείρωση θέλει ο τόπος για να αποκολληθεί από τα μικροπρεπή πρότυπα της καθημερινότητας και να κερδίσει το διεθνές του γόητρο. Οι νέοι οφείλουν να γνωρίζουν τα δικά τους πρότυπα. Λοιπόν παιδιά ξεπεράστε μας. Μπορείτε να μας σέβεστε, όσους τουλάχιστον το αξίζουν, αλλά επιτέλους ξεπεράστε μας.


Δημοσίευση Σχολίου